Όχι. Οι μπαταρίες μολύβδου-οξέος που χρησιμοποιούνται στα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα αντέχουν στην βαθιά εκφόρτιση (γι'αυτό και ονομάζονται deep cycle batteries), αλλά η πολύ βαθιά εκφόρτιση δεν κάνει καλό στη μακροζωία τους. Το καλύτερο είναι να φορτίζουμε τις μπαταρίες του οχήματος σε κάθε ευκαιρία, και όχι μόνο όταν αδειάσουν εντελώς.
Για τη μεγαλύτερη δυνατή μακροζωία των μπαταριών, τα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα θα πρέπει να αποθηκεύονται με τις μπαταρίες φορτισμένες, ενώ κάθε 6-8 εβδομάδες να συνδέονται για μιά-δυό ώρες στον φορτιστή ώστε να "ξυπνούν" οι μπαταρίες.
Όσο πιό σκληρή η χρήση του οχήματος, και όσο υψηλότερες οι θερμοκρασίες του περιβάλλοντος, τόσο συχνότερα θα πρέπει να ελέγχεται η στάθμη των υγρών στις μπαταρίες. Ένας προληπτικός εβδομαδιαίος έλεγχος με ταυτόχρονο σφίξιμο όλων των πόλων στις μπαταρίες μπορεί να προλάβει αρκετές βλάβες, αλλά ο υποχρεωτικός έλεγχος θα πρέπει να γίνεται τουλάχιστον μία φορά το μήνα. Επίσης, σε περιπτώσεις όπου τα ηλεκτροκίνητα οχήματα κινούνται σε σημεία με απότομες κλίσεις (π.χ. ράμπες φόρτωσης ή υπόγεια γκαράζ), η στάθμη των υγρών απαιτεί πιό τακτικό έλεγχο, αφού λόγω μεγάλης κλίσης ενδεχομένως να χύνεται υγρό από τις οπές εξαέρωσης στις τάπες.
Σε ένα μικρό διθέσιο ή τετραθέσιο όχημα, ένα σύγχρονο κύκλωμα κίνησης στα 36 V είναι απόλυτα ικανοποιητικό, προσφέροντας επιδόσεις, αυτονομία και αξιοπιστία. Μόνο σε μεγαλύτερες εφαρμογές (π.χ. ηλεκτροκίνητο τραμ 20 επιβατών) ή σε οχήματα-πλατφόρμες που μεταφέρουν μεγάλα φορτία, χρειάζεται πραγματικά ένα κύκλωμα κίνησης στα 48V.
Κάθε διαφορετικό μοντέλο ηλεκτροκίνητου αυτοκινήτου έχει και τη δική του τελική ταχύτητα, ρυθμισμένη με βάση τις απαιτήσεις της συγκεκριμένης εφαρμογής, π.χ. ένα φορτηγό όχημα έχει πιό κοντή σχέση μετάδοσης και για λόγους ασφαλείας περιορίζεται στα 12,5 χλμ/ώρα. Αντίθετα, ένα διθέσιο golf car που είναι ρυθμισμένο για ένα μεγάλο επίπεδο γήπεδο χωρίς πολλές ανηφόρες, έχει τελική ταχύτητα 20-21χλμ/ώρα. Με τις διαφορετικές τους επιλογές, οι κατασκευαστές δίνουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα ανά συγκεκριμένη χρήση σε επίπεδο ασφάλειας, πρακτικότητας, αλλά και αυτονομίας.
Η αυτονομία εξαρτάται άμεσα από το φορτίο αλλά και από την κλίση του δρόμου. Έτσι, εάν ένα όχημα έχει θεωρητική αυτονομία 40 χιλιομέτρων, αυτό μπορεί να σημαίνει ότι σε απόλυτα λείο και επίπεδο δρόμο, με έναν επιβάτη, με καινούριες μπαταρίες, σωστά φουσκωμένα λάστιχα και θερμοκρασίες στην περιοχή των 20-25βαθμών Κελσίου, μπορεί να πετύχει ακόμα μεγαλύτερη αυτονομία, μέχρι και 45 ή 50 χιλιόμετρα.
Εάν, όμως, φορτώσουμε το ίδιο όχημα με τέσσερις μεγαλόσωμους επιβάτες και το οδηγούμε σε διαδρομή με έντονες ανηφόρες, δεν αποκλείεται η πρακτική αυτονομία να πέσει ακόμα και κάτω από τα 30 χιλιόμετρα.